



– Να σου πω ρε φιλενάδα, πήγες σ’ αυτό το Antifa words ‘n sounds στο δημαρχείο την Παρασκευή;
– Ναι ρε φίλε πήγα παρέα με τις φίλες μου και ήταν και γαμώ.
– Τι λέγανε για μάσκες, μεθ και γιατρούς;
– Όχι ρε μαλάκα ούτε καν. Tα παιδιά εκεί μιλήσανε για ό,τι ζούμε τα τελευταία 10 χρόνια. Εντάξει κυρίως τα τελευταία δύο, αλλά ρε φίλε αυτά που λέγανε έβγαζαν ένα νόημα. Έδεναν κάπως τα κομμάτια του παζλ, ξέρεις…
– Δηλαδή δεν είπαν τις γνωστές μαλακίες που ακούγονται στις τηλεοράσεις, στα ραδιόφωνα για τον ιό, την ευλογιά, τον πούτιν, την ακρίβεια;
– Ρε συ, τι δεν καταλαβαίνεις; Όχι σου λέω… Δηλαδή, για να είμαι ειλικρινής, μίλησαν για όλα αυτά, αλλά από τη δική τους αυτόνομη σκοπιά. Κι έτσι δεν έλεγαν τις γνωστές τρέλες που αναπαράγονται από τους τηλεμαϊντανούς στις ειδήσεις μέχρι τους διάφορους συνιστωσάκηδες της αριστεράς.
– Με ντουντούκα τα λέγανε;
– Τι ντουντούκα ρε τάκη… Τα μικρόφωνα πήρανε και ήταν σα να χώνανε ραπς, αλλά χωρίς μουσική. Δηλαδή έκαναν πολιτικές τοποθετήσεις για διάφορα θέματα της επικαιρότητας. Εντάξει είχε και αρκετή μουσική στο ενδιάμεσο..
– Τι έπαιζε, τσιμινιέρα και Θεοδωράκη; Είχε καρέκλες κι εξέδρα η φάση τους;
– Τρελός είσαι ρε; Τέτοια κάνει ο δήμος και το κκε. Τίποτα ρε, όλοι στο ίδιο επίπεδο ήμασταν. Η μία δίπλα στον άλλον. Ένα σώμα, μια φωνή.
– Και οι τύποι στις καφετέριες;
– Χαχαχα!!! Που λες οι τύποι στις καφετέριες είχαν κάτι κατσουφιασμένα μούτρα, που δεν μπορείς να φανταστείς. Οι τύποι για ένα ποτό βγήκαν και τους βγήκε ξινό. Γιατί ακούγανε καμπάνα για όλα τα ζητήματα που έχουν φάει στη μάπα τα τελευταία χρόνια και για τα οποία αποφεύγουν να μιλάνε ή καλύτερα μιλάει η Σία κι ο Σρόιτερ γι’ αυτούς.
– Πω πω τι έχασα ρε γαμώτο; Και τι δε δίνω να βλέπω τους νοικοκυραίους ξενερωμένους! Και για πες, εντέλει τι είπανε;
– Άσε θα στα πει εδώ ο φίλος από το antifa westside. Να, τον βλέπω να ‘ρχεται, φέρε ένα χαρτάκι εσύ στο μεταξύ.
Που λες, φίλε, εμείς μιλήσαμε όχι όπως περιμένει το κράτος κι οι ρουφιάνοι του. Μιλήσαμε εμείς για εμάς και για την τάξη μας, γιατί αν περιμένουμε από την αριστερά θα καταλήγαμε να μιλάμε για μάσκες, μεθ, εμβόλια ή στην καλύτερη «κούλη μπιμπ..» Όλοι κι όλες ξέρουμε ποια καθάρματα έβαλαν το χεράκι τους για να μείνουμε φυλακισμένοι και με βουλωμένο το στόμα δυο χρόνια τώρα. Ξέρουμε ποιοί νομιμοποιήσαν τις μάσκες, την καραντίνα, την ακρίβεια και τη μετατροπή του μισθού σε επίδομα. Οπότε αρχίσαμε να ξετυλίγουμε αυτό το κουβάρι με τα δικά μας λόγια. Δημόσια, στην κεντρική πλατεία του Περιστερίου. Για να μην ξεχάσουμε τις στιγμές της απειθαρχίας, διότι αυτή μας κράτησε ζωντανούς και αξιοπρεπείς τις στιγμές της μεγάλης τρέλας.
Ποιος την έστησε την ακρίβεια; Σίγουρα όχι ο Πούτιν, σίγουρα όχι η Ουκρανία, σίγουρα όχι το Νάτο. Την έστησε το ελληνικό κράτος. Μέσω των αυξημένων λογαριασμών της δεη ρουφάει χρήματα από όλα τα νοικοκυριά, τα οποία θα τα διοχετεύσει σε όπλα και εθνικά συμφέρουσες επιχειρήσεις στην περίοδο των έντονων διακρατικών ανταγωνισμών που διανύουμε. Πρόκειται για το στήσιμο μιας οικονομίας πολέμου που παρεμπιπτόντως στήνεται αρκετά χρόνια τώρα. Κι όλα αυτά σε συνδυασμό με τον περιορισμό της κατανάλωσης εισαγόμενων προϊόντων (ποτά, τσιγάρα, ρούχα, παπούτσια) για τη βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου και κατανάλωσης μόνο των αναγκαίων. Θυμάσαι εκείνα που λέγαμε περί εμπορικού πολέμου πριν σκάσει το πρώτο κρούσμα στην Ελλάδα. Άλλωστε όπως θα ‘χεις καταλάβεις, οι μισθοί πλέον μόνο για το σούπερ μάρκετ φτάνουν.
Μιλήσαμε για την ακρίβεια στη βενζίνη που μας αναγκάζει να κινούμαστε όλο και λιγότερο και να μένουμε σπίτι. Άτυπο λοκντάουν δηλαδή. Περιορισμός κυκλοφορίας όχι λόγω ιού, αλλά λόγω τιμής βενζίνης. Οι στόχοι παραμένουν ίδιοι, τα περιτυλίγματα αλλάζουν.
Είπαμε για τη μηδενική ανοχή στο Περιστέρι και γενικότερα στα δυτικά, η οποία δουλεύει εδώ και πολλά χρόνια. Δηλαδή η προσπάθεια του δήμου και των ρουφιάνων του να κυριαρχήσουν στο δημόσιο χώρο. Παλιότερα στην εκκλησία της πλατείας δημαρχείου έπαιζαν ταγκιές και σίγουρα ήταν πιο ωραία τα ντουβάρια της. Πλέον έχει μπει προστατευτικό κάγκελο. Ο φωτισμός των πάρκων και των πλατειών είναι τόσο έντονος που σε αναγκάζει να μην αράζεις εκεί. Οι θάμνοι κουρεύτηκαν για να μην έχουμε που να κατουρήσουμε. Αυτά είναι τα υπόκωφα.
Υπάρχουν και τα φανερά. Δηλαδή ξύλο, κρατική βία. Θανάσης Καναούτης, πριν κάτι χρόνια. Λοκντάουν στο Περιστέρι για να κάτσει η νεαρή εργατική τάξη στα αβγά της και να περαστεί το μήνυμα της στήριξης από όλα τα μίντια στο δολοφόνο ελεγκτή. Γιατί ταξικός είναι ο πόλεμος.
Και όσα ακολούθησαν πιο πρόσφατα, τότε που κάτι νεαροί περιστεριώτες πήραν κλωτσοπατινάδα έναν φασίστα σταθμάρχη, ο οποίος ζήταγε μάσκες. Συκοφάντησαν τα αδέλφια μας και ταυτόχρονα έπαιξε και βρίσιμο στη μάνα τους για την «κακή ανατροφή» τους για να περαστεί ξανά το μήνυμα «Καθίστε στα αβγά σας». Γεια σου ρε μάνα με τ’ αλάνια σου, θα πούμε εμείς από την άλλη.
Κι όλα αυτά για μη χρήση μάσκας. Ποιας μάσκας; Το νέο σύμβολο της εθνικής ενότητας. Δηλαδή μια στολή, μια αμφίεση που πειθαρχεί εκείνους που δεν τη φοράνε προς εκείνους που τη φοράνε. Μια στολή-σύμβολο εμπιστοσύνης και πειθάρχησης προς το κράτος.
Μιλήσαμε για το ρόλο των δελτίων ειδήσεων. Ότι μέσα από τα δελτία, μας μιλά η αστυνομία και το κράτος. Τα δελτία των ειδήσεων δεν περιγράφουν γεγονότα, αλλά μιλάνε με παραβολές. Δηλαδή επικεντρώνονται στο μήνυμα γύρω από ένα γεγονός και προτείνουν μια σωστή συμπεριφορά. Για παράδειγμα, η ιστορία με τη Ρούλα Πισπιρίγκου έχει σκοπό να πειστούν οι γυναίκες να ξανακλειστούν σπίτι, να ασχοληθούν με τη μητρότητα και το νοικοκυριό. Όπως ίδιο ήταν το μήνυμα και με τον εγκλεισμό στην καραντίνα.
Είπαμε και για τον Λεξ. Ξέρεις όλοι κι όλες περιμέναμε τον δίσκο, δηλαδή περιμέναμε να βγει κάποιος και να μιλήσει για τη ζωή μας με περηφάνια. Το χρειαζόμαστε αυτό, γιατί μας ανεβάζει ψυχολογικά και αναθαρρούμε. Παρ’ όλα αυτά δεν πρέπει να περιμένουμε μόνο από τους mcηδες να μιλήσουν για τις ζωές μας. Μπορούμε και μόνες μας, εκεί είναι το στοίχημα.
Αυτά είπαμε φίλε, την επόμενη φορά να είσαι εκεί!
antifa westside
